Επιλογή Σελίδας
Αρχική 9 Δρώμενα 9 Βιβλιοπαρουσιάσεις 9 Mεθυστής από τον Γιάννη Καλπούζο

Mεθυστής από τον Γιάννη Καλπούζο

από | Απρ 12, 2025 | Βιβλιοπαρουσιάσεις, Δρώμενα

Την Παρασκευή 11 Απριλίου 2025 στην αίθουσα Μανώλης Αναγνωστάκης του Δημαρχείου της Πεύκης, είχα τη χαρά να παρευρεθώ στην παρουσίαση του νέου μυθιστορήματος του Γιάννη Καλπούζου Μεθυστής Στα χώματα της Κρήτης από τις εκδόσεις ΧΑΡΤΙΝΗ ΠΟΛΗ. Πριν η αίθουσα γεμίσει, πήρα το θάρρος να ζητήσω μια αφιέρωση και να συνομιλήσω μαζί του για λίγα λεπτά, προσπαθώντας να ξεπεράσω την αναμενόμενη συστολή μπροστά σε έναν άνθρωπο που έχει κατακτήσει πολλές φορές αυτό που διδασκόμαστε στο μεταπτυχιακό της δημιουργικής γραφής. Η απλότητά του με ξάφνιασε ευχάριστα, όπως και η αφιέρωση του αντιτύπου μου στους «ατραπούς της λογοτεχνίας».

Ο Μεθυστής, όπως είπε ο Γιάννης Καλπούζος, είχε σαν αφορμή έμπνευσης μια διήγηση του φίλου του και μαέστρου Μύρωνα Μιχαηλίδη για τα χρόνια της κατοχής στην Κρήτη και για τη συγγραφή του χρειάστηκε αρκετή μελέτη και χρόνος‧ όπως είπε χαρακτηριστικά, κάθε βιβλίο απαιτεί περίπου δύο χρόνια μελέτης και 10-15 ώρες δουλειάς κάθε μέρα.

Βασικός ήρωας του μυθιστορήματος είναι ο Νέστορας, που απολαμβάνει τη ζωή («χρωστάω στη ζωή, δε μου χρωστάει»), του αρέσει το ποτό αλλά δεν είναι μέθυσος, είναι μεθυστής. Η δεύτερη βασική ηρωίδα, η Αριάνθη, είναι μικρασιατικής καταγωγής, κοιτάζει τη ζωή μέσα από χαραμάδες και αναρωτιέται αν με την υπερβολική τάξη είναι κανείς ευτυχισμένος και όταν αποφασίζει να «στίψει» τη ζωή, αυτό δεν είναι εύκολο.

Στη συνέχεια παρουσιάστηκαν και οι περισσότεροι από τους υπόλοιπους ήρωες του έργου και κάποιοι διαδραστικά, με αποσπάσματα του βιβλίου που διάβασαν οι συντελεστές της εκδήλωσης. Μου έκαναν εντύπωση οι «κοντυλιές», που είναι οι μελωδίες πάνω στις οποίες τραγουδούν τις κρητικές μαντινάδες, η προσωπικότητα του Μιχαλαριά (μου θύμισε Καπετάν Μιχάλη του Καζαντζάκη), με το μουστάκι που είναι «αμπελώνας τσιγκελωτός στις άκρες», τη βιοθεωρία ότι πρέπει να φιλιωθεί ο άνθρωπος με τη μοίρα του και τις συμβουλές και παραινέσεις του για θέματα υγείας και ευζωίας που θυμίζουν σύγχρονο παρόν, το μεγάλο θέμα της συγχώρεσης.

Αναφερόμενος στην καθημερινή ζωή σε ένα χωριό στην Κρήτη στη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά, που είναι το θέμα του βιβλίου, ο συγγραφέας αναπαρέστησε το σκηνικό της εποχής,  με χοροεσπερίδες τύπου «ούζο prolongé», καπέλα κυριών που ήταν σαν τους κήπους της Βαρκελώνης αφού ήταν διακοσμημένα με αληθινά λουλούδια, ταχυδρομικά περιστέρια, «ανεβαλώματα», που είναι συκοφαντίες για να χαλάσουν τα προξενιά, την επίσκεψη των ηρώων σε μια κακόφημη συνοικία, ονόματι Λάκκος, την ημέρα που ο Μεταξάς απαγόρευσε τα ρεμπέτικα τραγούδια μέσα από την παραδοξολογία της προέλευσής τους, τα «ταμπαχανιώτικα», κρητικά ρεμπέτικα – μπερδέματα επιρροών της Δύσης, όπως ο Σοπέν και ο Λίστ, τη ζωή που κυλάει με έρωτες, μυθοπλασίες και διαμάχες ως το 1940 (μόνο ένα κεφάλαιο αναφέρεται στον ελληνοϊταλικό πόλεμο χωρίς έμφαση στα πολεμικά γεγονότα) για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η λογοτεχνία έχει αξία όταν πατάει σε παλαιότερες εποχές και περνάει μηνύματα στο παρόν.

Το δίκαιο του πολέμου που ήταν η δικαιολογία των Γερμανών για τα αποτρόπαια εγκλήματα που διέπραξαν, τραγικά γεγονότα και αιχμαλωσίες, περίοδος κατοχής, προπαγάνδα, δωσίλογοι, «χαράκια ριζιμιά» – ριζωμένοι βράχοι – αυτοί που κανείς δεν μπορεί να επιτάξει την ψυχή τους, ερωτηματικά και διλήμματα για τους μαυραγορίτες και την ηθική τους υπόσταση μπροστά στην επιβίωση, πείνα, νατουραλιστικές εικόνες και περιγραφές παιδιών, για τα οποία ο παράδεισος είναι μόνο μια φέτα ψωμί αλλά και ιλαρές στιγμές ακόμα και σε αυτή τη φρίκη, αρχαιοελληνικές λέξεις, το σώμα κυνηγών που είχε φτιαχτεί από Γερμανούς (Σουμπερίτες τους ονομάζει για να ξεχωρίζουν από τους Γκεσταπίτες), καταλήγουν στο ότι ο έρωτας ή «πεμπτουσία των συναισθημάτων», όπως είπε ο συγγραφέας, καταφέρνει να ανθίσει ακόμα και αυτές τις τόσο δύσκολες συνθήκες, όπως το λουλούδι στην πέτρα, σε ένα ερωτικό δέσιμο – συνήχηση. 

Οι βομβαρδισμοί Άγγλων βαίνουν παράλληλα με την ελπιδοφόρα ανάπτυξη του έρωτα, το  «μελισσοκόκκινο της απαντοχής» και ο νους  γίνεται βοσκός των λέξεων, μια εννοιολογική ταύτιση που εκφράζει και τον ίδιο το συγγραφέα όπως είπε, όταν γράφει. Τους ήρωες κατατρώγει ο σκοτεινός λογισμός, κατά το λεγόμενο του Κοραή, κίνητρα ελεεινών πράξεων, το βάρος του να αποτελούν πρότυπα για τους επόμενους και μετά έρχεται η Απελευθέρωση.  

Σε ό,τι αφορά τη γλώσσα, ο συγγραφέας είπε ότι το κείμενο διανθίζεται με λέξεις της τοπικής διαλέκτου, της κρητικής ντοπιολαλιάς, διότι πιστεύει ότι οι λέξεις μας καθορίζουν και είναι οι ανυφάντρες της ψυχής κι έτσι όποιος επιλέξει να γίνει βοσκός τους, όπως ο συγγραφέας, έχει πολύ σημαντική αποστολή. 

 Η τοπιογραφία των ψυχών καταλήγει στο ότι τα «πολύ» του κόσμου κρύβονται σε απλά πράγματα και ο μεγαλύτερος πλούτος στη ζωή, είναι δύο μάτια που σε κοιτάνε αγαπημένα, είτε αυτά είναι του συντρόφου σου, είτε του παιδιού σου, είτε οποιουδήποτε καθώς και η  ζεστασιά στις ανθρώπινες σχέσεις.

Απαντώντας στο πώς καταφέρνει να ακροβατεί ανάμεσα στην ιστορική ακρίβεια και τη μυθοπλασία, ο κ. Καλπούζος απάντησε ότι το ταλέντο του συγγραφέα ζυμώνει το πραγματικό με το επινοημένο, αλλιώς θα ήταν όλοι συγγραφείς, όμως σαν έννοια το ταλέντο δεν είναι μόνο λογοτεχνία αλλά οτιδήποτε κάνει κάποιος με ιδιαίτερη ικανότητα, ακόμα και πρακτικά.

Κλείνοντας την παρουσίαση, απήγγειλε στίχους από το ποίημά του Το νερό των ονείρων, για να εκφράσει την πεποίθηση και την ελπίδα ότι συγγραφέας και αναγνώστης να είναι δεμένοι με αυτό τον τρόπο, με του ονείρου το νερό :

Ήμουν βουνό

ήσουν θάλασσα

κι άλλο τρόπο δεν είχαμε

να έλθουμε κοντά

έκανες εσύ τα όνειρά σου βροχή και χιόνι

κι έκανα τα όνειρά μου ρέματα και ποτάμια

κι έτσι μένουμε

δεμένοι με το νερό των ονείρων

[πηγή : δείγμα γραφής  το Νερό των ονείρων, δημοσιευμένο στο blog του ποιητή, 4 Ιανουαρίου 2013].

error: Content is protected !!